- σπλαχνοσκόπος
- οαυτός που μαντεύει εξετάζοντας τα σπλάχνα του ζώου που θυσιάζεται.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Πειθαγόρας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος του Σελινούντα στη Σικελία. Εκθρονίστηκε από τον Ευρυλέοντα, που ήρθε στη Σικελία με τους Δωριείς στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. 2. Οιωνοσκόπος και σπλαχνοσκόπος, αδελφός του Απολλόδωρου του… … Dictionary of Greek